Σε χώρες μακρινές και παραμυθένιες λένε ότι υπάρχουν μαγικά χαλιά, τα οποία μπορείς να τα καβαλήσεις και να ταξιδέψεις σε όποιο μέρος επιθυμείς. Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα χαλιά που μπορούν να σε ταξιδέψουν στα μεγαλύτερα όνειρα, εκεί που επιθυμεί η ψυχή σου.
Ένα τέτοιο χαλί αποδείχθηκε ότι ήταν και το νέο απόκτημα της γυναίκας του. Καταπράσινο, με απαλό και λεπτό πέλος που θύμιζε γρασίδι και στις τέσσερις γωνίες μικρά κοψίματα με άσπρο χρώμα που παρέπεμπαν σε κόρνερ. Παρά το κόστος που ξέφευγε αρκετά από το μπάτζετ, θυμάται ότι είχε συμφωνήσει για έναν και μόνο λόγο: του θύμιζε ποδοσφαιρικό γήπεδο.
Περπατούσε πάνω του και ένιωθε σαν τους σταρ που περπατούν στο δικό τους, κόκκινο χαλί σε όλες τις εκδηλώσεις της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Όχι ότι ήταν φαν της 7ης τέχνης. Αυτός ήταν φαν, τεράστιος φαν της μόνης τέχνης που περικλείει μέσα της όλες τις άλλες τέχνες: του ποδοσφαίρου. Στη χορό ήξερε τον Νουρέγιεφ από τον Χατζηπαναγή, στον κινηματογράφο ήξερε τον Τζον Χιούστον από την απόδραση των «11» και τους Κριστιάν Καριόν, Γκιγιόμ Κανέ και Νταϊάν Κρούγκερ από τα «Καλά Χριστούγεννα», αλλά και τον Πάολο Σορεντίνο για την “Τέλεια ομορφιά”, αν και προσπαθούσε να εξηγήσει στη γυναίκα του ότι η τέλεια ομορφιά της Ρώμης είναι ο Φραντσέσκο Τότι. Αυτή πάντως προτιμούσε τον Γκουαρδιόλα, τον θεωρούσε πολύ σικάτο. Από τη φωτογραφία αναγνώριζε την υψηλή τέχνη των εικόνων του Ντιέγκο Μαραντόνα απέναντι σε όλη την άμυνα της εθνικής Βελγίου στο Μουντιάλ του 1986, το αέρινο κοντρόλ του Ζινεντίν Ζιντάν και αρκετές άλλες στιγμές μεγάλων ποδοσφαιριστών που αιχμαλωτίστηκαν για πάντα στο χαρτί. Στιγμές που ούτε ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης δεν θα μπορούσε να είχε σκηνοθετήσει. Από τη ζωγραφική θαύμαζε τους άγνωστους κατά κύριο λόγους καλλιτέχνες που έκαναν τα τεράστια γκράφιτι έξω από τα γήπεδα του κόσμου που τα χάζευε όταν είχε ελεύθερο χρόνο στα διαδίκτυο. Από τη μουσική ήξερε το «Santa Maradona» των Mano Negra, το συγκρότημα του Μάνου Τσάο και τον Ρίχαρντ Βάγκνερ για τον «Ιπτάμενο Ολλανδό» του, για χάρη φυσικά του Γιόχαν Κρόιφ. Από τη λογοτεχνία ήξερε τον Αλμπέρ Καμί κυρίως για τη φράση του «όλα όσα έμαθα τα χρωστάω στο ποδόσφαιρο», τον Πίτερ Χάντκε για το «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι», τον Ντέιβιντ Πις για το «Καταραμένη ομάδα», μία εκπληκτική μυθιστορηματική βιογραφία του Μπράιν Κλαφ, τον Φίλιπ Κερ για τα αστυνομικά μυθιστορήματα σε… ποδοσφαιρικά γήπεδα και φυσικά τον Μένη Κουμανταρέα για τη «Φανέλα με το 9» και τον Μπιλ Σερέτη, με τον οποίο ταυτιζόταν σε αρκετές σελίδες, καθότι και ο ίδιος θα μπορούσε να κάνει καριέρα εάν είχε μυαλό στο κεφάλι του. Ως θέατρο αναγνώριζε μόνο τις…βουτιές στην περιοχή για πέναλτι, αλλά για την ποίηση… Η ποίηση ήταν η αγαπημένη του και την έβρισκε σε κάθε κίνηση του Μέσι, σε κάθε απόκρουση του Νόιερ, σε κάθε άγγιγμα της μπάλας από τον Πίρλο, σε κάθε σλάλομ του Ινιέστα ή του Ρόμπεν… Πάνω από όλα, όμως, την έβρισκε σε κάθε κείμενο για το ποδόσφαιρο του σπουδαίου Εντουάρντο Γκαλεάνο. Ναι, δεν ήταν άνθρωπος των τεχνών, αλλά είχε μάθει πολλά για αυτές από την ανώτερη των καλών τεχνών: το ποδόσφαιρο.
Η μινιατούρα μπραζούκα ήταν πάντα σε μία γωνία του σαλονιού. Συνήθως στη βάση της βιβλιοθήκης και αρκετές φορές έκανε με αυτή «ποδαράκια» και προσποιήσεις σε έναν ανώτερο αντίπαλο αμυντικό, με προτίμηση στον Κιελίνι ή στον Μπονούτσι.
Αυτό το βράδυ θα έπρεπε να ήταν στο γήπεδο με τους φίλους του, στο εβδομαδιαίο ραντεβού για μπάλα. Αφού ζύγισε την κατάσταση όμως, πήρε την απόφαση σαν άλλος Χάουαρντ Γουέμπ που δίνει αμφισβητούμενο πέναλτι σε σημαντικό αγώνα. Έμεινε στο σπίτι για την επέτειο της γνωριμίας τους. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς, το μυαλό του έτρεχε όλο και περισσότερο στο γήπεδο. Στην μπάλα. Η μικρή μπραζούκα τον καλούσε να την φλερτάρει και το χαλί… Το χαλί του θύμιζε κάθε στιγμή που περνούσε το γήπεδο. Η βιβιολοθήκη απέναντι από την πολυθρόνα του ήταν η τέλεια εστία, την σκεφτόταν άλλωστε αρκετές φορές έτσι. Μετά από μισό μπουκάλι κρασί, το χαλί έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις, τα τραγούδια από το ραδιόφωνο ακουγόταν στα αυτιά του σαν συνθήματα οπαδικά, από τη βιβλιοθήκη έλειπαν μόνο τα δίχτυα… Πήρε την μπραζούκα, έκανε δύο ποδαράκια, τρία, τέσσερα, έσωσε την προσπάθειά του με μία γονατιά και όπως ήταν σχεδόν παράλληλα πλέον με τη βιβλιοθήκη, σκέφτηκε τον Φαν Μπάστεν και…
Μετά από το γκολ, η μπραζούκα (αφού η βιβλιοθήκη δεν είχε δίχτυα) άλλαξε πορεία, χτύπησε το μπουκάλι το κρασί καιαυτό χύθηκε όλο πάνω στο χαλί. Οι φωνές της γυναίκας του έμοιαζαν με αποδοκιμασίες για γκολ που δεν μέτρησε, αλλά αυτός ζούσε στον δικό του κόσμο, είχε γίνει ένα με τον Κρόιφ, τον Ζιντάν, τον Μπιλ Σερέτη και τον Τζορτζ Μπεστ, τον Μαραντόνα και τον Ινιέστα. Πανηγύριζε σαν τον Ταρντέλι στον τελικό του Μουντιάλ του 1986 και ταξίδευε σε όλα τα μεγάλα παιχνίδια της μεγαλύτερης των τεχνών. Πάνω στο δικό του μαγικό χαλί που τώρα είχε έναν κόκκινο λεκέ, που υπέθεσε ότι είναι το αίμα του Κιελίνι που έπεσε με αυτοθυσία στα πόδια του για να σώσει το γκολ… Οι διαμαρτυρίες της γυναίκας του (Μου-γκρίνο την αποκαλούσε κάποιες φορές) ήταν ξεκάθαρα τραβηγμένες. Το γκολ ήταν πεντακάθαρο και το πανηγύριζε έξαλλα στο πράσινο χαλί. Αυτό που έμοιαζε με γήπεδο ποδοσφαίρου και τον ταξίδευε εκεί που ήθελε η ψυχή του…