Όταν έβαλα το γκολ του Ντιέγκο!

Ο Μαραντόνα, η "αζτέκα" μου και τα σημεία στίξης

Οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται. Έτσι μας λέγανε και ήμουν αποφασισμένος να τηρήσω τη δική μου. Παρότι τα σχολεία είχαν μόλις κλείσει, θα διάβαζα σχεδόν κάθε απόγευμα, σε ένα είδους προετοιμασίας για την επόμενη σεζόν. Είχα αποφασίσει να ξεκινήσω με τη «γλώσσα» και το βιβλίο ήταν ανοιχτό στο κεφάλαιο «σημεία στίξης». Η αλήθεια είναι ότι βρισκόταν εκεί από το προηγούμενο βράδυ, όταν και είχα ρίξει μία ματιά. Το βράδυ θα έκανα μία καλύτερη προσπάθεια, μετά από το ματς. Το ματς αυτό θα το έβλεπα στο καφέ της πλατείας, μαζί με τους μεγάλους. Μου το είχε τάξει ο πατέρας μου και φυσικά πετούσα από τη χαρά μου…

Όπως πετούσα και στα διπλά πάνω στην πλατεία, όλο το πρωί. Παρά τις γκρίνιες ότι κάνει πολλή ζέστη, είχα λιώσει πάνω στην πλατεία, τα πλακάκια της οποίας είχαν πάρει κυριολεκτικά φωτιά. Έκαιγε ακόμα και η μπάλα, το θυμάμαι σαν να ήταν μόλις χθες, το κεφάλι μου έκαιγε υπερβολικά σε κάθε κεφαλιά. Η μπάλα, λίγο παλιά, ήταν του φίλου μου, αλλά μεγαλύτερου αντιπάλου μου στο παιχνίδι… Η δικιά μου μπάλα, η άλλη πλευρά του νομίσματος που έπρεπε να πληρώσω με απογευματινό διάβασμα, ήταν ακόμα στο κρεβάτι μου, ακόμα μέσα στο ολοκαίνουριο διχτάκι της που την έκανε να μοιάζει σαν να είναι σε μόνιμη κατάσταση γκολ. Φυσικά θα την κρατούσα για λίγες ακόμα μέρες μόνο στο δωμάτιό μου, να τη χαρώ, να γνωρίσω τις ιδιοτροπίες της, πως συμπεριφέρεται στα φάλτσα, στα ποδαράκια κλπ. Όταν έφυγα εκείνο το πρωί, την είδα δίπλα στο βιβλίο της γλώσσας, στο κεφάλαιο «σημεία στίξης».

Όταν γύρισα στο σπίτι εκείνο το μεσημέρι, ένιωθα όλο τον κόσμο να καίει και περπατούσα σαν εκείνο τον κοντό όταν έκανε προσποιήσεις στους αντιπάλους τους. Εκείνον τον κοντό που θα έβλεπα το βράδυ με τον πατέρα μου στο καφέ της πλατείας. Η παλάμη της μητέρας μου στο μέτωπό μου, ήταν σχεδόν λυτρωτική για μένα, αλλά σχεδόν ανησυχητική για την ίδια. «Έχεις πυρετό» μου είπε και συνέχισε: «σίγουρα ηλίαση, αλλά θα πάμε και στο γιατρό να βεβαιωθούμε». Η διάγνωση επιβεβαίωσε την μητέρα μου. «Μία ηλίαση είναι, σήμερα θα έχει αρκετό πυρετό, να πίνει υγρά, να μείνει μέσα στη δροσιά κλπ κλπ», έλεγε ο γιατρός, αλλά εγώ είχα παγώσει μέσα στον πυρετό μου στο «να μείνει μέσα». Και το παιχνίδι;

Γυρίσαμε στο σπίτι και κοιμήθηκα σχεδόν αμέσως, αλλά πετάχτηκα από το κρεβάτι μετά από λίγη ώρα, μήπως και δεν προλάβω το παιχνίδι. Μετά από κάποια λεπτά διακριτικής πίεσης και διερευνητικού παιχνιδιού, άκουσα την απόφαση των διαιτητών γονέων: «αν είσαι καλά, θα δεις το παιχνίδι εδώ. Δεν θα βγεις έξω. Έχεις πυρετό και θα γίνεις χειρότερα». Πάγωσα ξανά…

«Φεύγουμε», μου είπε ο αδερφός μου που υποσχέθηκε να μου διηγηθεί την επόμενη όλα τα στιγμιότυπα από το παιχνίδι. Θα πήγαινε με τον πατέρα μου στο καφέ, μαζί με τους μεγάλους και μαζί με τον πυρετό μου, χτύπησε 39άρι και η ζήλεια μου.

Όσο βράδιαζε, ο πυρετός μου ανέβαινε κι άλλο. Όταν πλησίαζε η ώρα για το παιχνίδι, πήρα την μπάλα που ήταν ακόμα στο διχτάκι και θαύμασα ξανά την ομορφιά της. Πάνω στο δέρμα της, σαν τατουάζ που μετά από λίγα χρόνια θα γινόταν πολύ μόδα, υπήρχαν διάφορα σύμβολα («της τέχνης των Αζτέκων που έζησαν και δημιούργησαν έναν τεράστιο πολιτισμό στο σημερινό Μεξικό», μου έλεγε ο πάντα διαβασμένος αδερφός μου) και φυσικά γραμμένο, με πολύ ωραία γράμματα το όνομά της: «Αζτέκα». Το παιχνίδι ξεκινούσε σε λίγα λεπτά, αλλά δεν μπορώ να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά για περισσότερο από 20 δευτερόλεπτα. Όλα γυρίζουν. Οι φωνές μπερδεύονται από τα ανοιχτά παράθυρα, ενώ ακούω και αυτές από τα καφέ της πλατείας και το κεφάλι μου πάει να σκάσει όπως οι μπάλες κάτω από τις ρόδες των περαστικών αυτοκινήτων. Βλέπουν όλοι το παιχνίδι, προσπαθώ κι εγώ, αλλά δεν τα καταφέρνω. «Χέρι», «το έβαλε με το χέρι», «τι τους έκανε ο πούστης», ακούω, αλλά δεν καταλαβαίνω. Είναι όλα μπερδεμένα και βυθίζομαι πιο πολύ στον πυρετώδη ύπνο, χωρίς να δίνω, χωρίς να μπορώ να δώσω καμία απολύτως σημασία σε αυτά που δείχνει η τηλεόραση. Η μητέρα μου  με πηγαίνει πίσω στο δωμάτιό μου, αλλά δεν φεύγω χωρίς την μπάλα μου. Είμαι πλέον στο έλεος της ηλίασης και αποκοιμιέμαι στην εποχή των αζτέκων.

Λίγες στιγμές αργότερα, βλέπω στον ύπνο μου ότι μπαίνω στα μέρη των «Αζτέκων» με τη δικιά μου «Αζτέκα». Εκεί, στο γήπεδο «Αζτέκα» και παίρνω την μπάλα λίγο κάτω από το κέντρο. Το χορτάρι είναι πολύ πιο δροσερό και μαλακό από τα πλακάκια της πλατείας και δεν φοβάμαι να πέσω. Και αφού δεν φοβάμαι, να πέσω, αρχίζω τις ντρίμπλες. Έχοντας μάθει τις ιδιοτροπίες της «Αζτέκα» μου, την κουμαντάρω όπως θέλω, την κολλάω στα πόδια μου, βάζω λίγα φάλτσα που κάνουν την αποστολή μου ευκολότερη. Περνάω και άλλον, κι άλλον, κι άλλον, αδειάζω άλλους δύο, φτάνω στο τέρμα, τον ξαπλώνω και αυτόν και μετά πέφτοντας, βάζω ένα επικό γκολ. Σε κάθε μου ντρίμπλα, ακούω ένα μακρόσυρτο «ωωωωω» και εγώ –όπως θα λέει ακόμα και σήμερα η μητέρα μου- γελάω ευτυχισμένος στον ύπνο μου. Και στο τέλος, μαζί με όλους τους άλλους, ακούω «γγγκοοοοολλλλ». Αποκαμωμένος και κάθιδρος από την υπερπροσπάθεια και το ρίγος που είχε φέρει η ηλίαση, παραδίνομαι τελείως. Είμαι όμως ευτυχισμένος.

Το πρώτο πράγμα που είδα όταν ξύπνησα, ήταν το βιβλίο της γλώσσας, «σημεία στίξης». Το κεφάλι μου είναι ακόμα βαρύ, αλλά είμαι σαφώς σε καλύτερη κατάσταση. «Τι γκολάρα έβαλα χθες» σκέφτομαι, αλλά δεν είμαι σίγουρος σε ποιο παιχνίδι,  σε ποιο γήπεδο το έβαλα.

Λίγο αργότερα, ο μεγαλύτερος και πάντα πιο διαβασμένος αδερφός μου αρχίζει να μου περιγράφει «ένα ποδοσφαιρικό ποίημα, μία συνάντηση όλων των τεχνών και όλων των θεών όλων των θρησκειών, κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ άλλοτε και δεν θα ξαναγίνει ποτέ. Τουλάχιστον σε τέτοιας σημασίας παιχνίδι, με τέτοια χάρη και τέτοια αλητεία. Ήταν σαν ένα ποίημα σου λέω, που κάθε άγγιγμα της μπάλας ήταν η τέλεια λέξη μπροστά από την προηγούμενη και η κάθε ντρίμπλα μία ολόκληρη στροφή. Ο Ντιέγκο έγραφε ένα ποίημα μετατρέποντας την μπάλα σε παγκόσμια γλώσσα χαράς και τους Άγγλους σε σημεία στίξεως! Κάποια έμοιαζαν με τεράστια ερωτηματικά πεσμένοι στο γήπεδο, κάποια με απλά… κόμματα ανάμεσα στις λέξεις του, κάποια με αποσιωπητικά, κάποια με άνω τελεία. Με αυτό το γκολ ο Ντιέγκο έκλεισε την παρένθεση που άνοιξε με το χέρι του Θεού και με μία άνω τελεία στο πρώτο κοντρόλ, ήταν σαν προειδοποιούσε τι θα ακολουθήσει, προκαλώντας εκατομμύρια τεράστια θαυμαστικά μετά από την τελεία και παύλα που έμοιαζε να είναι ο Σίλτον».

Ήμουν χαμένος, γιατί ένιωθα ότι περιγράφει το δικό μου γκολ, αλλά δεν είπα τίποτα. Από την περιγραφή του αδερφού μου, δεν είχα να μάθω τίποτα για το παιχνίδι, τα ήξερα ήδη. Αυτό που μόλις είχα μάθει μία για πάντα, ήταν τα σημεία στίξεως, τα οποία για μένα θα θυμίζουν πάντα τους πεσμένους στο χορτάρι του «Αζτέκα» Άγγλους.

Κοίταξα το βιβλίο και ήξερα ότι πρέπει να αλλάξω κεφάλαιο, δεν θα τα ξεχνούσα ποτέ το σημεία στίξης. Αυτό που δεν ήξερα, ήταν το που βρισκόταν η μπάλα μου. Μετά από μία μικρή αναζήτηση, την βρήκα να αναπαύεται στο διχτάκι της κάτω από έναν καναπέ που χρησιμοποιούσα για μπάλα. Οι δικοί μου ορκίζονται ακόμα και σήμερα, ότι κανείς δεν ξέρει πως βρέθηκε εκεί… Ούτε το χαρτάκι “πανίνι” με τον Σίλτον επάνω που βρέθηκε κάτω από τον καναπέ, δίπλα στην ολοκαίνουρια “Αζτέκα” μου που φαινόταν περίεργα φθαρμένη.

Παρασκήνια

Θέματα